Στις
εκλογές της 25ης Ιανουαρίου 2015 πλατιά λαϊκά στρώματα μαύρισαν τα
κόμματα της συγκυβέρνησης ΝΔ – ΠΑΣΟΚ. Εκδήλωσαν την αγανάκτησή τους απέναντι στην βαρβαρότητα της μνημονιακής επίθεσης,
μετά από 5 χρόνια μεγάλων αγώνων, απαίτησαν να γυρίσει σελίδα, να ανακοπεί η
επίθεση του μαύρου μετώπου. Απαίτησαν την εφαρμογή μια πολιτικής που δεν θα
καταβαραθρώνει δικαιώματα, που δεν θα ξεπουλά την δημόσια περιουσία, που δεν θα
καταδικάζει στην φτώχεια και την εξαθλίωση την κοινωνική πλειοψηφία.
Η
κρίση που συγκλόνισε τον παγκόσμιο καπιταλισμό δεν έχει τελειώσει. Η αδυναμία
για το ξεπέρασμα της, ειδικά εντός της ευρωζώνης και της ΕΕ, οδηγεί σε νέα κλιμάκωση
της αντεργατικής επίθεσης και σε αδυναμία «φιλολαϊκών» ελιγμών.
Στην ημερήσια διάταξη των πολιτικών ΕΕ και ΔΝΤ παραμένει και εντείνεται η
λιτότητα, οι ισοσκελισμένοι προϋπολογισμοί, τα πλεονάσματα, στο έδαφος των
αντιδραστικών μεταρρυθμίσεων, με μόνους ωφελημένους τους τραπεζίτες, τους
επιχειρηματικούς ομίλους, τους βιομήχανους και τους εφοπλιστές. Οι εργαζόμενοι
και ο λαός που βλέπουν τα δικαιώματα τους να συμπιέζονται, αναζητούν άμεσες απαντήσεις.
Οι διαπραγματεύσεις της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ με
την ΕΕ, διέλυσαν και τις τελευταίες αμφιβολίες όσον αφορά τους
σκοπούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης όπως
εκφράζεται για άλλη μια φορά με τις απαιτήσεις της και τους εκβιασμούς της,
ισοδυναμεί με νέα κήρυξη οικονομικού και κοινωνικού πολέμου. Είναι ξεκάθαρο
ότι στην Ευρωπαϊκή Ένωση δεν έχουν θέση ούτε οι πιο στοιχειώδης ανάγκες των
λαών, δεν υπάρχει θέση για δημοκρατία και δικαιώματα, πρώτα απ΄ όλα για το
δικαίωμα των ίδιων των λαών και των εργαζομένων να αποφασίζουν για το μέλλον τους.
Σε αυτό το
πλαίσιο δεν υπάρχει πολιτική win –win. Για το κεφάλαιο είναι ξεκάθαρο το ποιος
θα πληρώσει την κρίση. Το δόγμα της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ «ούτε ρήξη – ούτε
υποταγή» και του «αμοιβαίου επωφελούς έντιμου συμβιβασμού» είναι ο πιο σύντομος
δρόμος προς την ταπεινωτική υποταγή. Γι αυτό δεν υπάρχει τρίτος δρόμος ανάμεσα
στην ρήξη με τους δανειστές, την ΕΕ και το κεφάλαιο από την μια, ή, την
συνέχιση διαιώνιση της
μνημονιακής επίθεσης από την άλλη.
Η κυβέρνηση με τη συμφωνία του eurogroup της
20ης Φεβρουαρίου αποδέχεται την διαπραγμάτευση εντός του πλαισίου
που θέτει η ΕΕ και το ΔΝΤ (ολοκλήρωση αξιολόγησης, δέσμευση για πλήρη
αποπληρωμή του χρέους). Παράλληλα η συμφωνία αυτή και η επιστολή Βαρουφάκη προς
το Εurogroup,
ανοίγει τον δρόμο για την εφαρμογή
νέων μνημονίων, ίσως με άλλο όνομα, αλλά με νέα αντιλαϊκά μέτρα και ακύρωση των
διεκδικήσεων του εργατικού λαϊκού
κινήματος. Οι όποιες εξαγγελίες για «σταδιακή κατάργηση των μνημονίων» δίνουν
την θέση τους στην «αλλαγή μείγματος πολιτικής».
Οι δεσμεύσεις
για τήρηση όλων των δανειακών υποχρεώσεων, αφαιρούν κάθε δυνατότητα ουσιαστικής βελτίωση της
θέσης των εργαζομένων. Οι δόσεις, απαιτούν ρευστό,
γι’ αυτό τα ταμεία, τα νοσοκομεία, οι οργανισμοί του δημοσίου, ο ΟΑΕΔ, οι ΟΤΑ
μπαίνουν στο στόχαστρο. Την
ώρα που χιλιάδες άνεργοι δεν παίρνουν επίδομα ανεργίας, η κυβέρνηση και η
διοίκηση του ΟΑΕΔ βρήκε ότι περισσεύουν
τα διαθέσιμα του οργανισμού και πρέπει να δοθούν στους
δανειστές, όπως και τα λεφτά του ΟΠΕΚΕΠΕ, για τους αγρότες. Στην ίδια
κατεύθυνση κινήθηκε και η περιφέρεια Αττικής.
Παράλληλα η κυβέρνηση θα
καταρτίσει τετραετές Μεσοπρόθεσμο
πρόγραμμα, με τις λίστες των
«μεταρρυθμίσεων» να στέλνονται προς έγκριση στους «θεσμούς». Η
αξιολόγηση από την Τρόικα βαφτίζεται επίσκεψη “τεχνικών κλιμακίων”. Στην ημερήσια διάταξη μπαίνουν και οι «εργαλειοθήκες» του ΟΟΣΑ. Το ΤΑΙΠΕΔ δεν καταργείται, οι
νέες ιδιωτικοποιήσεις έχουν μπει «στις ράγες». Στο
κοινωνικό ζήτημα
οι κυβερνητικές εξαγγελίες είναι «λιτές» και άμεσα συνδεδεμένες με τις διαπραγματεύσεις για την νέα συμφωνία. Το
πολυδιαφημισμένο νομοσχέδιο για την ανθρωπιστική κρίση (θα κοστίσει 200 εκ
ευρώ, αντί για 2 δις που προέβλεπε το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης), διαιωνίζει
το δρόμο της ελεημοσύνης, για όσους βιώνουν την «ακραία»
φτώχεια.