Μπορεί να έχουν περάσει 10 μέρες, αλλά ακόμα δεν έχω βρει ένα επίσημο κείμενο για την Πανελλαδική Συνδιάσκεψη του
, που έγινε στις 8 Μάρτη.
για τη συνάντηση και τίποτα παραπέρα..
...
το ίδιο..
H Συνδιάσκεψη του ΜΕΡΑ
Του Σάββα Μιχαήλ
Στις 8 Μαρτίου έγινε στη Νομική της Αθήνας η Πανελλαδική Συνδιάσκεψη του ΜΕΡΑ, μετά από πολύμηνη, πολιτικά αδικαιολόγητη καθυστέρηση και μάλλον κατόπιν εορτής- συγκεκριμένα μετά την «εορτή»-καμπή της εκδήλωσης του ΜΕΡΑ και της ΕΝΑΝΤΙΑ στο Σπόρτιγκ.
Οι πολιτικές διαφωνίες που αναδύθηκαν στο πρόσφατο παρελθόν, οξύνθηκαν στη διάρκεια της εξέγερσης του Δεκέμβρη και κορυφώθηκαν δημόσια στο Σπόρτιγκ δεν λύθηκαν αλλά γίνανε ακόμα πιο σαφείς. Στη Συνδιάσκεψη αντιπαρατάχτηκαν πολιτικά, για άλλη μια φορά, από την μια το ΕΕΚ κι από την άλλη η πλειοψηφία του ΜΕΡΑ ( ΝΑΡ, νΚΑ, ΕΚΚΕ) συνεπικουρούμενη από την ΟΚΔΕ( οργάνωση που είναι παρατηρητής κι όχι μέλος του ΜΕΡΑ) και τους Οικολόγους Εναλλακτικούς (που συνεργάστηκαν εκλογικά με το ΜΕΡΑ χωρίς να γίνουν ποτέ συνιστώσα του). Εξάλλου, απουσίαζαν και αντιπρόσωποι πολλών άλλων πόλεων της περιφέρειας.
Υπήρξαν δύο εισηγήσεις, σε αντιπαράθεση, αυτή της πλειοψηφίας που παρουσίασε ο σ. Αντώνης Δραγανίγος του ΝΑΡ κι εκείνη του ΕΕΚ που ανέπτυξε ο Σάββας Μιχαήλ. Η συζήτηση που επακολούθησε ξετύλιξε παραπέρα την αντίφαση ανάμεσα στις δύο εναρκτήριες τοποθετήσεις αφήνοντάς την άλυτη, οξύτατη και μετέωρη.
Από μια άποψη, η κατανόηση της αντίφασης κέρδισε σε πολιτική σαφήνεια. Έγινε φανερό ότι οι διαφορές αφορούν τα κεντρικά ζητήματα της καπιταλιστικής κρίσης, της φύσης της εξέγερσης του Δεκέμβρη και του αναγκαίου στρατηγικού σχεδίου που πηγάζει από αυτήν. Διαψεύσθηκαν έτσι οι σύντροφοι εκείνοι της πλειοψηφίας του ΜΕΡΑ που θέλανε να παρουσιάσουν την αντίθεση του ΕΕΚ σαν τάχα μια τυπολατρική διαμάχη θεολογικού τύπου πάνω σε «διατυπώσεις» της κεντρικής εισήγησης των 9 οργανώσεων στο Σπόρτιγκ, οι οποίες, υποτίθεται, «βελτιώθηκαν» στη συνέχεια, ξανά κατόπιν εορτής, μετά την πανηγυρική έναρξη της «διαδικασίας πολιτικής ενοποίησης της αντικαπιταλιστικής αριστεράς». Θα επανέλθουμε στο θέμα αυτό πιο κάτω, αφού δούμε πρώτα τα ουσιαστικά ζητήματα που μας διχάζουν.
Κρίση
Δεν είναι, σίγουρα, καινούργιο ότι το ΕΕΚ έχει μια προσέγγιση στην παγκόσμια καπιταλιστική κρίση εντελώς διαφορετική από εκείνη της πλειοψηφίας του ΜΕΡΑ, ιδιαίτερα του ΝΑΡ, πολλά στελέχη του οποίου αντιμετώπιζαν πάντοτε με σκεπτικισμό τις αναλύσεις μας σαν «τροτσκιστικές υπερβολές», με αποτέλεσμα να αντιμετωπίζουν τουλάχιστον με αμηχανία τον κατακλυσμό που συντελείται ήδη από καιρό. Η εισήγηση της πλειοψηφίας στην Συνδιάσκεψη του ΜΕΡΑ, μάλιστα, τοποθετεί λαθεμένα την έναρξή της πριν …8 μήνες, προφανώς το φθινόπωρο του 2008, την στιγμή που ακόμα και οι καπιταλιστές αναλυτές αναγνωρίζουν ότι αρχίζει με την κατάρρευση της αγοράς στεγαστικών δανείων υψηλού ρίσκου»(sub-prime mortgage market) και την πιστωτική ασφυξία που ακολουθεί διεθνώς το καλοκαίρι του 2007. Δεν είναι τυχαίο ότι αυτό που παρουσιάζεται σαν συνοπτική «ανάλυση» της κρίσης δεν είναι παρά ένα μίγμα σύγχυσης και κοινοτοπιών. Ιδού λίγα παραδείγματα από τον σωρό.
Διαβάζουμε στο κείμενο που μοιράστηκε ότι «το μυστικό της κρίσης βρίσκεται βαθιά κρυμμένο στην καπιταλιστική παραγωγή και στους όρους απόσπαση της υπεραξίας.» Το πρώτο σκέλος της πρότασης, δηλαδή ότι τα μυστικό της καπιταλιστικής κρίσης βρίσκεται στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής, είναι μια κούφια ταυτολογία. Το δεύτερο, που στρέφει όλη την προσοχή στους «όρους απόσπασης» της υπεραξίας(προσοχή: όχι στην ίδια την υπεραξία ως ιδιαίτερη κοινωνική μορφή απόσπασης του πλεονάσματος που συναντά τα ιστορικά όριά της) δίνει μια επιμέρους πλευρά του όλου προβλήματος, συσκοτίζοντας την ουσία του. Σίγουρα ο καπιταλισμός κινείται να αυξήσει τερατωδώς τα ποσοστό υπεραξίας για να αντιμετωπίσει την κρίση υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου αλλά η δυσαναλογία ανάμεσα στο τεράστιο βουνό πλεοναζόντων κεφαλαίων και στη διαθέσιμη προς απομύζηση πηγή υπεραξίας παγκοσμίως είναι τέτοια που για να ξεμπλοκαριστεί η διαδικασία αξιοποίησης δεν αρκεί να ξεζουμίσουν τους πάντες μέχρι της τελευταίας ρανίδας. Στην Ουκρανία π.χ. όπου η εργασία έχει ελαστικοποιηθεί κατά 80% με τάση το ποσοστό να γίνει 100% , η κατάρρευση , η χρεοκοπία κι η καταφυγή στο ΔΝΤ δεν αποφευχθήκανε. Για να βρει διέξοδο η διαδικασία κεφαλαιακής συσσώρευσης απαιτείται μια τεράστια καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων, χρεοκοπίες τραπεζών, βιομηχανιών, ολόκληρων χωρών και ασύλληπτοι αριθμοί εκατομμυρίων νέων ανέργων. Όσο οξύ κι αν είναι το πρόβλημα των χαμηλών μισθών πείνας, η ανεργία είναι το μεγαλύτερο κοινωνικό πρόβλημα. Η μόνη προοπτική λύσης, στη βάση της δικής μας ανάλυσης, είναι η απαλλοτρίωση των απαλλοτριωτών, η απαλλοτρίωση του κεφαλαίου. Αν, αντιθέτως, μείνουμε στην ανάλυση της πλειοψηφίας του ΜΕΡΑ, όλη η έμφαση θα δοθεί στην μείωση του ποσοστού εκμετάλλευσης, στους μισθούς, στην «αναδιανομή του πλούτου», όπως λένε οι ρεφορμιστές κι αριστεροί κεϋνσιανοί.
Είναι χαρακτηριστικό ότι η εισήγηση ενώ τονίζει ότι «πρόκειται για μια βαθύτατη δομικού χαρακτήρα , ιστορική κρίση του καπιταλιστικού συστήματος και όλων των στρατηγικών για την διαχείρισή του», κατονομάζει αυτές τις στρατηγικές ως εξής: «νεοφιλελευθερισμός-σοσιαλφιλελευθερισμός-«παγκοσμιοποίηση».
Εδώ η ταυτολογία αποκορυφώνεται μια κι η λεγόμενη παγκοσμιοποίηση δεν είναι παρά η παγκοσμιοποίηση του χρηματιστικού κεφαλαίου των τελευταίων δεκαετιών, ο νεοφιλελευθερισμός είναι η πολιτική της κι ο σοσιαλφιλελευθερισμός ο ίδιος πάντα νεοφιλελευθερισμός όταν ασκείται από «σοσιαλιστικές»-σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις! Αξιοπαρατήρητο είναι ότι απουσιάζει η άλλη στρατηγική διαχείρισης της κρίσης του καπιταλισμού: ο κεϋνσιανισμός.
Στα αίτια της κρίσης η συνοπτική «ανάλυση» της εισήγησης κάνει μια απίθανη έκθεση τεχνολογικού ντετερμινισμού λέγοντας: «Γιατί πραγματικά η τεράστια ανάπτυξη της παραγωγικότητας της εργασίας, η είσοδος των τεχνολογιών της πληροφορικής, των επικοινωνιών , της ρομποτικής κλπ. στην παραγωγή, πέταξε έξω από την παραγωγή τεράστιες ποσότητες ζωντανής εργασίας υπονομεύοντας αποφασιστικά την ίδια την πηγή του κέρδους. Την ζωντανή εργασία». Όλες οι κατηγορίες κι η λογική τους που ανακάλυψε κι επεξεργάστηκε ο Μαρξ στην κριτική του της πολιτικής οικονομίας εξαφανίζονται. Κι όμως στην παρούσα κρίση ακόμα κι οι καπιταλιστές αναγνωρίζουν την ανάγκη επιστροφής στο Κεφάλαιο του Μαρξ…
Θα μπορούσε να πει κανείς ότι μια κοινή θεωρητική ανάλυση της καπιταλιστικής κρίσης δεν είναι προϋπόθεση για την συγκρότηση ενός πολιτικού μετώπου της επαναστατικής Αριστεράς. Τα όρια, όμως, αυτής της παραδοχής φαίνονται τόσο λόγω του ιστορικού βάθους της παρούσας κρίσης, της χειρότερης στην Ιστορία του καπιταλισμού, όσο και γιατί το εύρος των αποκλίσεων στην ανάλυση έχει άμεσες, σοβαρότατες πολιτικές επιπτώσεις.
Δύο από τις σημαντικότερες επιπτώσεις εντοπίζονται στην πάλη ενάντια στην ΕΕ και προπαντός στο κεντρικό ζήτημα της εξουσίας- ακριβώς στα σημεία που είχε επικεντρωθεί η κριτική μας στο κείμενο «κοινού προβληματισμού» που παρουσιάστηκε στο Σπόρτιγκ. Δεν πρόκειται συνεπώς για πρόβλημα «διατύπωσης» που τάχα βελτιώθηκε στη συνέχεια.
Στην μετά Σπόρτιγκ τελική διαμόρφωσή της η εισήγηση του Σπόρτιγκ ξαναγράφεται και «βελτιώνεται» ως εξής στο σημείο της ΕΕ: «…απαιτείται συνολική σύγκρουση με την ΕΕ, αγώνας για την ανατροπή της πολιτικής της , άμεση κατάργηση του Συμφώνου Σταθερότητας, πάλη για την αντικαπιταλιστική αποδέσμευση και διάλυση της ΕΕ, για μια Ελλάδα της εργατικής εξουσίας, από την σκοπιά του διεθνισμού και όχι από τη σκοπιά της εθνικιστικής περιχαράκωσης και της «αυτοδύναμης καπιταλιστικής ανάπτυξης», στο πλαίσιο της συνολικότερης αντικαπιταλιστικής πάλης, της προοπτικής του επαναστατικού μετασχηματισμού, της διεθνιστικής αλληλεγγύης, της συνεργασίας των κινημάτων και μιας νέας σοσιαλιστικής –κομμουνιστικής προοπτικής στα Βαλκάνια, την Ευρώπη και τον κόσμο ολόκληρο».
Η σχοινοτενής αυτή πρόταση γράφτηκε προφανώς για να καθησυχάσει τις ενστάσεις του ΕΕΚ κι άλλων δυστροπούντων. Δεν λύνουν, όμως, το πρόβλημα οι διαρκείς παρεμβολές επαναλαμβανόμενων φράσεων όπως στην «προοπτική», «από την σκοπιά», «στο πλαίσιο» ή και «στη κατεύθυνση» που κατά κόρον έχει χρησιμοποιήσει και χρησιμοποιεί και το ΚΚΕ για να εξορίσει στο αόριστο μέλλον και τις ελληνικές καλένδες την αμεσότητα των άμεσων επαναστατικών καθηκόντων. Εξάλλου, μήπως το ΚΚΕ δεν δέχεται στα λόγια την « νέα σοσιαλιστική-κομμουνιστική προοπτική στα Βαλκάνια, την Ευρώπη και τον κόσμο ολόκληρο», όχι, όμως την σοσιαλιστική-κομμουνιστική ενοποίηση;
Παρακάτω στο «κείμενο κοινού προβληματισμού» των 9, στην λίστα των αιτημάτων και στο σχετικό σημείο για την ΕΕ, η σχοινοτενής , καθησυχαστική, «βελτιωμένη» εκδοχή παραλείπεται κι επανέρχεται η αρχική εκδοχή του Σπόρτιγκ: «Αγώνας για την αποδέσμευση από την ΕΕ σε αντικαπιταλιστική και διεθνιστική κατεύθυνση και για την διάλυση της ΕΕ». Έτσι κι ο αριστερός σκύλος είναι χορτάτος κι η δεξιά πίτα σωστή.
Αν, όμως, οι κομμουνιστές δεν παλέψουμε σήμερα που η παγκόσμια κρίση ρουφά σαν μαύρη τρύπα την διευρυμένη ΕΕ για την επαναστατική διάλυσή της από την εργατική τάξη και τις λαϊκές μάζες και την σοσιαλιστική-κομμουνιστική ενοποίηση της ηπείρου, τότε πότε;
Είναι η ίδια η συστημική κρίση του παγκόσμιου καπιταλισμού που θέτει το θέμα, μαζί και το αίτημα των Ενωμένων Σοσιαλιστικών Πολιτειών της Ευρώπης κι όχι κάποιοι προσκολλημένοι στο 1917 και στο Μεταβατικό Πρόγραμμα του Τρότσκυ (όπως κατηγόρησε το ΕΕΚ ένα ηγετικό στέλεχος του ΝΑΡ στη παρέμβασή του στη Συνδιάσκεψη).
Είναι, πάλι, η ίδια κρίση που θέτει στην ημερήσια διάταξη κοινωνικές εξεγέρσεις και το ζήτημα της εξουσίας, χωρίς να μας ρωτήσει εάν είμαστε έτοιμοι.
Δεκέμβρης και κρίση εξουσίας
Τόσο στη Συνδιάσκεψη του ΜΕΡΑ όσο και στο σχετικό άρθρο του σ. Γ. Ελαφρού στο Πριν γι’ αυτήν, οι σ. του ΝΑΡ κατηγόρησαν το ΕΕΚ «για την υπερβολική και λανθασμένη εκτίμηση του Δεκέμβρη (χαρακτηριστική η εκτίμηση ότι τέθηκε ζήτημα πολιτικής εξουσίας), που οδηγεί προφανώς σε λάθος πολιτικά συμπεράσματα»( Πριν 15/3/09).
Εδώ, στο ζήτημα της φύσης της εξέγερσης του Δεκέμβρη, όντως βρίσκονται διαφωνίες μας με το ΝΑΡ, αλλά και με το ΣΕΚ και άλλους. Την ίδια μέρα που δημοσιεύονταν το άρθρο του σ. Ελαφρού στο Πριν, στις 15 Μαρτίου δημοσιεύονταν και στην Αυγή τα πολύ ενδιαφέρον άρθρο του Βαγγέλη Μπιτσώρη, ο οποίος, σε φιλοσοφικό επίπεδο, μας εγκαλεί γιατί θεωρούμε τον Δεκέμβρη επαναστατικό Συμβάν, « μια ποιοτική Τομή, μια ρήξη στη συνέχεια που ξαφνικά αποκαλύπτει το κενό στο οποίο στηριζόταν η φαινομενικά ακλόνητη, παρ’ όλη την κραυγαλέα παρακμή της, υπάρχουσα τάξη πραγμάτων»( Σ. Μιχαήλ, …ότι το κράτος αυτού καθαιρείται ταχύ…Νέα Εστία, τ.1819, Φεβρουάριος 2009).
Τον εν δυνάμει επαναστατικό χαρακτήρα του Δεκέμβρη υπερασπιστήκαμε και στην Συνδιάσκεψη της 8 Μαρτίου. Ακόμα κι επιφανείς εκπρόσωποι του διεθνούς κεφαλαίου όπως ο Σαρκοζύ κι ο Στρως Καν, πρόεδρος του ΔΝΤ αναγνώρισαν στην ελληνική εξέγερση την πρώτη πολιτική έκρηξη της τρέχουσας παγκόσμιας κρίσης και σαν απειλή στην ίδια την εξουσία της άρχουσας τάξης. Η απόπειρα κήρυξης κατάσταση έκτακτης ανάγκης από τον Καραμανλή, η διαταγή του ΓΕΣ για την προμήθεια οπλισμού για τον «έλεγχο πλήθους», ακόμα κι η «στρατηγική της έντασης» με την χειροβομβίδα στο Στέκι Μεταναστών και το αστυνομικό κράτος που θέλει να οικοδομήσει ο Δένδιας κι ο Μαρκογιαννάκης δείχνουν ότι το κράτος του κεφαλαίου αναγνωρίζει την απειλή ενάντιά του και παίρνει νέα έκτακτα μέτρα.
Η παγκόσμια κρίση έφερε στην επιφάνεια ορμητικά μια κρίση πολιτικής εξουσίας στον πιο αδύναμο οικονομικά και πολιτικά κρίκο της ΕΕ, την ουσιαστικά χρεοκοπημένη Ελλάδα με το αναξιόπιστο αστικό πολιτικό σύστημα των γαλάζιων και πράσινων «χρυσοκάνθαρων».
Εάν τώρα οι επαναστάτες κομμουνιστές δεν συνδέσουν τον πολιτικό στόχο «Κάτω η κυβέρνηση των δολοφόνων» με την πάλη για την οργάνωση Γενικής Πολιτικής Απεργίας και για την εργατική εξουσία, τότε πότε ;
Το ξέσπασμα μιας κρίσης εξουσίας θέτει το ζήτημα της πολιτικής εξουσίας , δεν το λύνει, όμως, αυτόματα. Δεν συμπίπτει μηχανικά με τους όρους ωρίμανσης μιας εναλλακτικής λύσης. Για παράδειγμα: η εξέγερση του Πολυτεχνείου έκανε να ξεσπάσει η κρίση της δικτατορικής εξουσίας, οδηγώντας τελικά στην τραγωδία της Κύπρου στην κατάρρευσή της τον Ιούλιο του 1974, θέτοντας αντικειμενικά ζήτημα πολιτικής εξουσίας. Η εργατική τάξη δεν ήταν έτοιμη να δώσει λύση. Κι η άρχουσα τάξη με μια μερίδα στρατιωτικών και των ιμπεριαλιστών δώσανε την «λύση Καραμανλή».
Η εξέγερση του Δεκέμβρη, η σημαντικότερη μετά το Πολυτεχνείο, πυροδότησε μιαν άλλη κρίση εξουσίας. Το ΕΕΚ δεν είπε ποτέ ότι η εργατική τάξη ήταν έτοιμη για κατάληψη της εξουσίας, ότι υπήρχαν σοβιέτ κλπ. Είπε μόνο ότι το ζήτημα μπήκε και πρέπει να ετοιμαστούμε επειγόντως, πολιτικά, οργανωτικά, προγραμματικά, θεωρητικά και πρακτικά για την ιστορική αναμέτρηση, με τους ρυθμούς που απαιτεί η κρίση, η οποία καθορίζει και την δυναμική της εξέγερσης.
Με κίνδυνο να κατηγορηθούμε πάλι από κάποιο σ. του ΝΑΡ ότι είμαστε παλαιομοδίτες κομμουνιστές κι αδιόρθωτοι τροτσκιστές επαναλαμβάνουμε τα λόγια πού είχε απευθύνει η Εκτελεστική Επιτροπή της Κομμουνιστικής Διεθνούς στους Βιομηχανικούς Εργάτες του Κόσμου, τους περίφημους Γουόμπλις των ΕΠΑ:
«Η ιστορία δεν ρωτά αν το επιθυμούμε ή όχι, αν οι εργάτες είναι έτοιμοι ή όχι. Να η ευκαιρία. Αδράξτε την και ο κόσμος θα ανήκει στους εργάτες, αγνοήστε την και ίσως να μην υπάρξει άλλη για πολλές γενιές».
Στρατηγικό σχέδιο
Με ποιο στρατηγικό σχέδιο μπορεί η επαναστατική Αριστερά να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις που γεννά η κρίση και η εξέγερση; Σίγουρα όχι με εκείνο του Σπόρτιγκ, όπου συναντιούνται και κάνουν αμοιβαίους συμβιβασμούς και σχεδιασμούς επί χάρτου αλληλοσυγκρουόμενες κι αλληλοεξουδετερούμενες γραμμές. Ανάμεσα στους 9 «εταίρους» μπορούμε να διακρίνουμε τις διαφορετικές στρατηγικές γραμμές των τριών ισχυρότερων συνιστωσών της Πρωτοβουλίας που διεκδικούν την «ηγεμονία». Η αντι-εισήγησή μας στην Συνδιάσκεψη του ΜΕΡΑ τις υπενθύμισε.
Πρώτον, υπάρχει η αριστερή σοσιαλδημοκρατική γραμμή του ΣΕΚ για να δημιουργηθεί ένα «πλατύ αντικαπιταλιστικό σχήμα» που θα αγκαλιάσει δυνάμεις «από τις παρυφές του ΠΑΣΟΚ έως την αναρχία», «ένα μίγμα ρεφορμιστικών και επαναστατικών ρευμάτων κι όπου τα επαναστατικά ρεύματα θα υπερισχύουν» κατά την διατύπωση του Πάνου Γκαργάνα στα τέλη του 2008. Είναι γνωστό σε όλους, ότι το ΣΕΚ κάθε άλλο παρά εγκατέλειψε τον προσανατολισμό του προς το ΠΑΣΟΚ, την ΓΣΕΕ και την ΠΑΣΚΕ.
Δεύτερον, υπάρχει η αριστερή ευρωκομμουνιστική γραμμή του «δημοκρατικού δρόμου» της ΑΡΑΝ. Εντελώς πρόσφατα, στο τεύχος του Μαρτίου-Απριλίου 2009 του περιοδικού Radical Philosophy, σε άρθρο με τίτλο «Εξέγερση της ελληνικής νεολαίας», ο σ. Παναγιώτης Σωτήρης της ΑΡΑΝ την συνοψίζει με σαφήνεια: «Αυτό που χρειάζεται είναι το ισοδύναμο για τον 21ο αιώνα μιας ‘δημοκρατικής επανάστασης’, ένα σύνολο πολιτικών στόχων και αξιών που θα αντιπροσωπεύουν μια σαφή ρήξη με τον ‘υπαρκτό νεοφιλελευθερισμό’. Θα μπορούσε να συμπεριλαμβάνει τα εξής: την ανατροπή κάθε πολιτικής που απαξιώνει την ζωντανή εργασία ΄ την επανεγκαθίδρυση του δημοσίου χαρακτήρα όλων των συλλογικών αγαθών και υπηρεσιών (παιδεία, υγεία, κοινωνική ασφάλιση και περιβάλλον) ΄ την επανεγκαθίδρυση του δικαιώματος στην μαζική συλλογική δράση ενάντια σε όλες τις μορφές κρατικής καταστολής, πειθαρχίας , επιτήρησης ΄ άρνηση συμμετοχής σε ιμπεριαλιστικές εκστρατείες, ανυπακοή απέναντι σε κάθε μορφή οικονομικής πειθαρχίας που ξεκινά από διεθνείς οργανισμούς και συνθήκες. Τέτοια αιτήματα μπορούν να ανοίξουν τον δρόμο στο να τεθεί η ριζική κοινωνική αλλαγή ως ιστορική δυνατότητα».
Κατά τα άλλα, τα στελέχη του ΝΑΡ διατείνονται ότι χάρη στην επιρροή και την «ηγεμονία» τους , η ΑΡΑΝ μετατοπίστηκε αριστερά… Μήπως συμβαίνει το αντίθετο και το ΝΑΡ να έχει μετατοπιστεί δεξιότερα;
Το ΕΕΚ του είχε ήδη από καιρό επισημάνει, συντροφικά, ότι η πολιτική του γραμμή, ιδίως τα δύο τελευταία χρόνια μετά τις εκλογές του 2007 παρουσίαζε μια ολοένα σαφέστερη διολίσθηση σε θέσεις της «θεωρίας των σταδίων», στο όνομα μιας Realpolitik και της ανάγκης «μεταβατικών» διεκδικήσεων. Συνεχώς μιλάει για μια πορεία όπου διαμορφώνονται αρχικά «ρωγμές», κατόπιν «κλονισμοί της αστικής κυριαρχίας» για να τεθεί κάποτε, όταν οι ρωγμές πολλαπλασιαστούν και ο κλονισμός κορυφωθεί, και το θέμα της «αντικαπιταλιστικής επανάστασης και της εργατικής εξουσίας-δημοκρατίας». Το ΝΑΡ αρνείται κατηγορηματικά ότι υπάρχει διολίσθηση στη θεωρία των σταδίων.
Όπως υπενθυμίσαμε, όμως, στη Συνδιάσκεψη του ΜΕΡΑ, ακόμα κι ο θηλυκός Ζντάνωφ του ΚΚΕ, η Ελένη Μπέλλου, στο κλείσιμο από μεριάς της ΚΕ στη συζήτηση στο 18ο Συνέδριο του ΚΚΕ, στο ερώτημα μιας πιθανής επιστροφής στη θεωρία των σταδίων και της «ενδιάμεσης εξουσίας» μεταξύ αστικής και εργατικής εξουσίας, έδωσε κατηγορηματικά αρνητική απάντηση. Κι όπως οι καλόγεροι του Μεσαίωνα νηστεύανε βαφτίζοντας το κρέας ψάρι, έτσι κι η Μπέλλου απέρριψε τα στάδια βαφτίζοντάς τα «μεταβατικές στιγμές» στην διαβάθμιση του «κλονισμού της αστικής εξουσίας». Είπε: « Η ΚΕ θεωρεί ότι δεν πρέπει να συγχέεται ο χαρακτήρας της εξουσίας με τις μεταβατικές «στιγμές» του ιστορικού χρόνου.[…] Για το Κόμμα μας είναι καθαρό ότι ο χαρακτήρας της; εξουσίας είναι η Δικτατορία του προλεταριάτου, χωρίς να μπερδεύεται σε ενδιάμεσες μορφές εξουσίας. Είναι άλλο ζήτημα εκ των υστέρων, δηλαδή από την ιστορική έρευνα, να διαπιστωθεί η πολυμορφία που μπορεί να δώσει η διαδικασία κατά την οποία δεν έχει ακόμη ανατραπεί η αστική εξουσία αλλά έχει ξεκινήσει η αποδυνάμωσή της, ο κλονισμός της. Είναι ζήτημα ιστορικής έρευνας οι μορφές που παίρνουν σε κάθε ιστορική περίπτωση οι διαβαθμίσεις στον κλονισμό της αστικής εξουσίας»( Ριζοσπάστης 24/2/09).
Η μετάβαση δεν είναι μετακίνηση σε μια διαδοχή σημείων. Είναι διαλεκτική ανάπτυξη της αντίφασης όπου «ρωγμές» και «κλονισμούς» δεν υφίσταται μόνον ο ένας πόλος της αντίφασης μέχρι να νικηθεί από τον άλλο, αλλά και οι δύο πόλοι καθώς αλληλοδιεισδύουν μέχρι την ρήξη και την μεταμόρφωση και των δύο αντιθέτων. Η αντιφατική πορεία της επανάστασης στη Ρωσία από τον Φλεβάρη στον Οκτώβρη του 1917 το δείχνει καθαρά, όσο κι αν ορισμένοι στο ΝΑΡ θεωρούν το 1917 «ξεπερασμένο».
Είναι φανερό ότι για το ΝΑΡ αλλά και για άλλες δυνάμεις της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς, η εξέγερση του Δεκέμβρη με όλη τη σοβαρότητά της δεν προκάλεσε αρκετές «ρωγμές» και τέτοιο «κλονισμό» της αστικής εξουσίας ώστε να τεθεί ζήτημα εξουσίας. Σαν παραπέρα στρατηγικό βήμα (όχι απλώς τακτική), βλέπουν μια «διαδικασία πολιτικής ενοποίησης της αντικαπιταλιστικής αριστεράς» που θα αναδειχτεί στους αγώνες και στην κατά Γκαργκάνα «κεντρική πολιτική σκηνή» των εκλογών σαν «τρίτος πόλος» της αριστεράς, πλάι σε εκείνους του ΚΚΕ και του ΣΥΡΙΖΑ.
Δικαίως η σ. Κατερίνα Μάτσα του ΕΕΚ τους προειδοποίησε στην Συνδιάσκεψη του ΜΕΡΑ ότι προχωρούν σε επικείμενο ναυάγιο. Το ΜΕΡΑ δεν «αναβαθμίζεται » βαδίζοντας μέσω Πρωτοβουλίας προς τον «πόλο», αντίθετα αποσυντίθεται κι αυτοχειριάζεται. Ένας ταξικός πόλος ανατρεπτικών δυνάμεων δεν μπορεί, έτσι κι αλλιώς, να είναι η ανακύκλωση 9 οργανώσεων της υπαρκτής ριζοσπαστικής αντικαπιταλιστικής αριστεράς, έστω κι αν πετύχει τα καλά εκλογικά αποτελέσματα π.χ. της ΚΟΕ.
Η πρόταση του ΕΕΚ στη Συνδιάσκεψη για μια Πανελλαδική Συνέλευση ανοικτή σε όλες τις δυνάμεις που ήρθαν στο φως με την εξέγερση του Δεκέμβρη δεν αποτελεί κάλεσμα σε μια «σούπα» αλλά συνειδητό προσανατολισμό στο Νέο, στο άγνωστο, χωρίς εγκλωβισμούς στην ανακύκλωση του παλιού, του γνωστού και του φθαρμένου. Στόχος θα είναι η παραπέρα ενιαία δράση σε όλα τα μέτωπα. Αν υπάρξουν πολιτικές συμφωνίες με επιμέρους δυνάμεις, ακόμα και για τις εκλογές, ποιος υποχρεώνει να δεχτούμε ένα περιεχόμενο-σούπα; Πάντως, όπως είπε στη Συνδιάσκεψη κι ο σ. Ερνέστος Αγγελής της ΟΕΝ, τροτσκιστικός μαϊντανός στη σούπα του Σπόρτιγκ δεν γινόμαστε.
Η Συνδιάσκεψη του ΜΕΡΑ στις 8 Μαρτίου τέλειωσε ανολοκλήρωτη. Καθώς το ΜΕΡΑ παραμένει διχασμένο, το ΕΕΚ πρότεινε το αυτονόητο: να παγώσει η χρήση του ονόματος του ΜΕΡΑ στην επόμενη περίοδο μέχρι τις Ευρωεκλογές, να μην επαναλαμβάνει διαρκώς η Πρωτοβουλία την επωδό «τα μετωπικά σχήματα ΜΕΡΑ και ΕΝΑΝΤΙΑ». Μετά τις 7 Ιουνίου θα μπορούσε να επανεξεταστεί η όλη εμπειρία και να παρθεί οριστική απόφαση για την τύχη του ΜΕΡΑ. Με πρόταση της σ. Αντωνίας Βαφειάδη του ΕΚΚΕ που έγινε αποδεκτή, απάντηση στο αίτημα του ΕΕΚ θα δοθεί μετά την ολοκλήρωση των συνελεύσεων της Πρωτοβουλίας και την συγκέντρωσή της στην «Αθηναϊδα» στις 22 Μαρτίου.
Άρα, θα επανέλθουμε.
18 Μαρτίου 2009